Ήταν ίσως μόνο θέμα χρόνου να υπάρξει μία ηφαιστειακή έκρηξη στην χερσόνησο Ρέικιανες της Ισλανδίας. Την νύχτα της 18ης Δεκεμβρίου, η χερσόνησος εξερράγη σε μια ηφαιστειακή έκρηξη – την τέταρτη μέσα σε λιγότερο από τρία χρόνια, και μια σαφώς επικίνδυνη προσθήκη στο ηφαιστειακό έπος της χώρας.
Μόλις δύο ώρες αφότου μία ακολουθία σεισμών προειδοποίησε για την επικείμενη έκρηξη, ανέβλυζε 10 φορές περισσότερη λάβα ανά δευτερόλεπτο από οποιαδήποτε από τις τρεις προηγούμενες εκρήξεις, ενώ η ίδια η σχισμή επεκτάθηκε σε ένα εκπληκτικό μήκος 2,5 μιλίων μέσα σε λίγα λεπτά.
Έπειτα από σχεδόν μια χιλιετία αδράνειας, αυτή η νοτιοδυτική λωρίδα γης εισήλθε σε μια νέα ηφαιστειακή εποχή τον Μάρτιο του 2021. Οι τρεις τελευταίες εκρήξεις -το 2021, το 2022 και το καλοκαίρι ου 2023- δεν ήταν τίποτα λιγότερο από επιστημονικά και αισθητικά θεάματα.
Σύμφωνα με το National Geographic, η τελευταία φορά που υπήρξε περίοδος πολλαπλών εκρήξεων στη χερσόνησο ήταν στις αρχές του 13ου αιώνα. Το γεγονός ότι διανύει άλλη μια παρόμοια περίοδο εκρήξεων με λάβα είναι ένας λόγος που ο κόσμος παρακολουθεί τόσο στενά.
Ωστόσο αυτή η τέταρτη έκρηξη τράβηξε την προσοχή των διεθνών μέσων ενημέρωσης για άλλους τρεις λόγους:
- η πορεία προς το κύριο γεγονός ήταν ασυνήθιστη σε σύγκριση με τις τρεις τελευταίες
- η τοποθεσία, σε συνδυασμό με την έντονη εναρκτήρια ομοβροντία λιωμένων βράχων, απειλεί να καταστρέψει μια πόλη
- η συνολική συμπεριφορά της δημιούργησε μια δυσάρεστη αβεβαιότητα για το τι μπορεί να συμβεί στη συνέχεια.
«Τα τελευταία τρία έτη στη χερσόνησο Ρέικιανες είναι αρκετά εντυπωσιακά» ανέφερε ο σεισμολόγος ηφαιστείων στο Πανεπιστήμιο της Ισλανδίας, Tom Winder.
Από το απόγευμα της 19ης Δεκεμβρίου, μόλις το ένα τρίτο της σχισμής παραμένει ηφαιστειακά ενεργό και η παραγωγή της έκρηξης έχει μειωθεί σημαντικά. Τα πράγματα θα μπορούσαν ακόμα να αλλάξουν προς το χειρότερο, αλλά όλοι ελπίζουν ότι θα συνεχίσει να σβήνει.
Ανεξάρτητα από αυτό, αυτή η ηφαιστειακή δραστηριότητα έχει ήδη εδραιώσει την φήμη της ως μία από τις πιο συνεπακόλουθες και επιστημονικά γοητευτικές ισλανδικές εκρήξεις των τελευταίων δεκαετιών. Για τον λόγο αυτό επιστήμονες από όλο τον κόσμο ασχολούνται με την υπόθεση συγκεντρώνοντας στοιχεία για την προέλευσή της.
Μία χαοτική προαναγγελία
Αν και οι περισσότεροι άνθρωποι κατανοητά σκέφτονται ότι οι ηφαιστειακές εκρήξεις προέρχονται από ένα ηφαίστειο, και οι τέσσερις πιο πρόσφατες εκρήξεις ήταν στην πραγματικότητα σχισμογενείς, δηλαδή όταν η λάβα αναγκάζεται να βγει από τον φλοιό της Γης μέσω μιας νεοσχηματισμένης λεπτής σχισμής, συχνά σε θέση που δεν μπορεί να προσδιοριστεί από πριν. Οι απρόβλεπτες σχισμογενείς εκρήξεις συμβαίνουν σε όλο τον κόσμο, μεταξύ άλλων και στη Χαβάη, αλλά δεν είναι τόσο γνωστές.
Αλλά αυτή η τελευταία έκρηξη είναι ιδιαίτερα αξιοσημείωτη επειδή έκανε κάτι που δεν έκαναν τα γεγονότα του 2021, του 2022 και του καλοκαιριού του 2023. Αντί να υλοποιηθεί για άλλη μια φορά σε ένα απομονωμένο σημείο κοντά στο ηφαιστειακό βουνό Fagradalsfjall, πήρε τον υπόγειο δρόμο της προς το Svartsengi, όπου βρίσκεται ένα κρίσιμο για την περιοχή γεωθερμικός σταθμός παραγωγής ενέργειας, ένα τουριστικό hotspot Blue Lagoon Spa και όπου υπάρχουν 3.500 άνθρωποι που ζουν στην παραθαλάσσια πόλη Grindavík.
Στις 10 Νοεμβρίου, το μάγμα ανέβηκε ξαφνικά σε απόσταση λίγων εκατοντάδων μέτρων από την επιφάνεια, πριν σταματήσει – και όλα αυτά υπό τη μελωδία μιας κακοφωνίας σεισμών που έσπαγαν βράχους.
«Αυτή η μετατόπιση στην επαναλειτουργία του συστήματος ήταν ειλικρινά αρκετά εκπληκτική. Αλλά ήταν η κλίμακα της σεισμικής δραστηριότητας που εξέπληξε τους περισσότερους ανθρώπους» τόνισε ο ηφαιστειολόγος στο Πανεπιστήμιο του Μπρίστολ, Samuel Mitchell. Μια παύση μεταξύ της ανόδου του μάγματος και της έναρξης της έκρηξης δεν είναι ασυνήθιστη για τις σχισμογενείς εκρήξεις, αλλά η προαναγγελία αυτής της έκρηξης ήταν ιδιαίτερα έντονη και βιαστική.
Μέχρι τα μέσα Νοεμβρίου, φαινόταν πολύ πιθανό ότι μια έκρηξη κατά μήκος ενός επιφανειακού “διαδρόμου” 10 μιλίων επρόκειτο να συμβεί τις επόμενες ημέρες ή εβδομάδες – ένας διάδρομος που περιλάμβανε το Grindavík.
Η σημασία της τοποθεσίας της έκρηξης
Για τους διεθνείς παρατηρητές της έκρηξης, οι σκέψεις για ένα άλλο κολοσσιαίο, επίμονο σύννεφο τέφρας που θα καθηλώσει τα αεροπλάνα, όπως συνέβη κατά την έκρηξη του Eyjafjallajökull στην Ισλανδία το 2010, προκάλεσαν ανησυχία. Ευτυχώς, καθώς το μάγμα δεν διοχετεύεται απευθείας στο υπογάστριο ενός στρώματος πάγου αυτή τη φορά, η παραγωγική εκρηκτικότητα που δημιουργεί στάχτη είναι εξαιρετικά απίθανη.
Αλλά η τοποθεσία της έδειξε ότι, σε αντίθεση με τα τρία προηγούμενα γεγονότα, αυτή η έκρηξη θα μπορούσε να προκαλέσει σοβαρές ζημιές
Ευτυχώς που το προοίμιο του λιωμένου βράχου δεν ήταν διακριτικό, και έτσι οι αρχές πείστηκαν να εκκενώσουν γρήγορα το Grindavík την ίδια ημέρα του Νοεμβρίου, κρατώντας τους κατοίκους μακριά από κάθε πιθανή βλάβη, ενώ έδωσε χρόνο στους υπαλλήλους να υψώσουν τοίχους που θα απέτρεπαν τη λάβα γύρω από το εργοστάσιο παραγωγής ενέργειας.
Ωστόσο, η έκρηξη είχε και το στοιχείο του αιφνιδιασμού. Η λάβα άρχισε να εκτοξεύεται μόλις δύο ώρες έπειτα από μία ακολουθία σεισμών βόρεια της πόλης που σηματοδότησε την επικείμενη έκρηξη, που είναι ένα εκπληκτικά σύντομο διάλειμμα. «Αυτό υπογραμμίζει πόσο κοντά ήμασταν σε μια έκρηξη αμέσως μετά τις αρχικές εκκενώσεις τον περασμένο μήνα και τον λόγο που οι ενέργειες που έγιναν ήταν απαραίτητες για να διασφαλιστεί η ασφάλεια των ανθρώπων», ανέφερε ο Winder.
Το γεγονός ότι το μάγμα βρήκε τελικά έναν φεγγίτη κοντά σε μια σειρά αρχαίων κρατήρων μερικά χιλιόμετρα βορειοανατολικά της πόλης ήταν για λίγο ανακουφιστικό. Αλλά η ένταση της έκρηξης και η συγκλονιστική ανάπτυξη της ρωγμής κατέστησαν γρήγορα σαφές ότι η πόλη στα νότια και το εργοστάσιο παραγωγής ενέργειας στα δυτικά βρίσκονταν σε κίνδυνο.
Προς το παρόν, ωστόσο, το πιο δυσάρεστο από τα ενδεχόμενα μπορεί να έχει αποφευχθεί – όλα χάρη σε ένα μείγμα τύχης και ισλανδικής ενεργητικότητας.
Το ασαφές μέλλον
Το γεγονός ότι πολύ λίγα πράγματα για την έκρηξη είναι γνωστά με βεβαιότητα, ενισχύει την περιέργεια. Μόλις μία ημέρα μετά την έναρξη του γεγονότος, η έκρηξη ηρέμησε αισθητά και φαινόταν πιθανό ότι θα σβήσει μέσα σε λίγες ημέρες. Εναλλακτικά, λένε οι ειδικοί, αυτή η συμπεριφορά μπορεί να υποδηλώνει ότι θα συνεχίσει να βγάζει λάβα με αυτόν τον μέτριο ρυθμό για μήνες.
«Αν το μάγμα που είναι αποθηκευμένο στο Svartsengi εξακολουθεί να ανανεώνεται από τα βάθη, τότε η έκρηξη θα μπορούσε να φτάσει σε ισορροπία με χαμηλότερη ένταση και να συνεχιστεί για αρκετό καιρό», είπε ο Winder. «Φαίνεται ότι υπάρχει σχεδόν συνεχής παροχή μάγματος εκεί από τα τέλη Οκτωβρίου, οπότε σίγουρα φαίνεται ρεαλιστικό ότι μπορεί να συνεχιστεί για άλλους δύο μήνες στο μέλλον».
Το γεγονός ότι οι υπόγειες ηφαιστειακές εγκαταστάσεις της περιοχής αποτελούν σε μεγάλο βαθμό άλυτο γρίφο επιτείνει την αβεβαιότητα αυτής της κρίσης. Απλώς δεν είναι σαφές γιατί το Svartsengi ήταν ο στόχος του μάγματος αυτή τη φορά. Μήπως μετανάστευσε από το Fagradalsfjall ή προήλθε από άλλη υπόγεια αποθήκη; Και γιατί το έδαφος γύρω από το Svartsengi διογκώθηκε και στο παρελθόν χωρίς να προκαλέσει έκρηξη, ενώ αυτή τη φορά τα κατάφερε;
Σε λιγότερο από 24 ώρες μετά την έναρξή της, οι ερευνητές κατάφεραν να πάρουν δείγμα από τη λάβα της νέας έκρηξης και να τη συγκρίνουν με τις τρεις προηγούμενες στη χερσόνησο. Και σύμφωνα με τον γεωεπιστήμονα στο Πανεπιστήμιο της Ισλανδίας, Ed Marshall, όλες έχουν σε γενικές γραμμές παρόμοια χημεία. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχει κάποιου είδους μαγματική σύνδεση μεταξύ των Svartsengi και Fagradalsfjall – αλλά η φύση αυτής της σύνδεσης είναι πολύ ασαφής προς το παρόν.
Αυτό που οι ηφαιστειολόγοι θέλουν να μάθουν, πάνω απ’ όλα, είναι τι συνέβη μεταξύ των σεισμικών δραματικών γεγονότων στις αρχές Νοεμβρίου και της έκρηξης αυτής της εβδομάδας. Θα μπορούσαν να είχαν προβλέψει ακριβώς πότε και πού το μάγμα θα έβρισκε το δρόμο του προς την επιφάνεια με τα δεδομένα που έλαβαν τις εβδομάδες που προηγήθηκαν της έκρηξης;
«Αυτό είναι ένα σπουδαίο και ενδιαφέρον ερώτημα, το οποίο βρίσκεται στον πυρήνα αυτού που πολλοί άνθρωποι θα εξετάσουν τους επόμενους μήνες», τόνισε ο ηφαιστειολόγος στο Πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ, Mike Burton
Προς το παρόν, το μόνο που μπορούν να κάνουν οι επιστήμονες είναι να παρακολουθούν τα γεγονότα και να ελπίζουν ότι οι παρατηρήσεις τους θα αποκαλύψουν, τελικά, τα μυστικά πίσω από αυτή τη νέα επίδειξη ηφαιστειακής δύναμης.