Οι παροιμίες και οι λαϊκές ρήσεις αποτελούν έναν ανεκτίμητο θησαυρό της πολιτιστικής μας κληρονομιάς. Είναι σαν μικρές κάψουλες χρόνου, που περιέχουν μέσα τους συμπυκνωμένη τη σοφία και την εμπειρία πολλών γενεών.
Οι παροιμίες και οι λαϊκές ρήσεις αποτελούν έναν εύκολο και αποτελεσματικό τρόπο για να μεταδοθούν από γενιά σε γενιά σημαντικές αξίες, ηθικές αρχές και πρακτικές συμβουλές για τη ζωή.
Είναι διαχρονικές, καθώς αν και δημιουργήθηκαν σε συγκεκριμένες ιστορικές περιόδους, διατηρούν τη σημασία τους ακόμη και σήμερα, καθώς οι ανθρώπινες εμπειρίες και τα προβλήματα παραμένουν σε μεγάλο βαθμό ίδια.
Ουσιαστικά είναι η πολιτισμική ταυτότητα ενός λαού και αποτελούν πλούτο γνώσης και εμπειρίας. Μας βοηθούν να κατανοήσουμε τον κόσμο γύρω μας και να αναπτύξουμε κριτική σκέψη, ενώ η εύστοχη χρήση τους σε μια συζήτηση μπορεί να δώσει χιούμορ, ζωντάνια και έμφαση στα λεγόμενά μας.
Μάθε πώς βγήκε η φράση «Σαρανταπέντε Γιάννηδες ενός κοκόρου γνώση»
Πολλές φορές ακούμε τη φράση «Σαρανταπέντε Γιάννηδες ενός κοκόρου γνώση». Γιατί όμως τη λέμε και από πού προέρχεται; Την φράση την χρησιμοποιούμε υποτιμητικά για να πούμε ότι πολλά άτομα την «πάτησαν» με ανόητο τρόπο.
Ο γνωστός λαογράφος, Νικόλαος Πολίτης, στο βιβλίο του «Παροιμίες», παραδίδει έναν κεφαλονίτικο μύθο που σχετίζεται με την παροιμία:
«Κάποτε υπήρχε ένα μικρό χωριουδάκι, με πολύ λίγους κατοίκους, οι οποίοι ήταν φτωχοί σε περιουσία αλλά και σε γνώση! Όλες οι οικογένειες του χωριού ήταν 45, και το περίεργο είναι, πως όλοι οι νοικοκυραίοι ονομάζονταν Γιάννηδες.
Οι 45 αυτοί Γιάννηδες είχαν μια περίεργη νοοτροπία: Να μην ενεργεί κανείς ξεχωριστά σε κάποια εργασία, αλλά όλοι μαζί ξεκινούσαν «μπουλούκι» κι όπου τους έβγαζε ο δρόμος… Τους διέκρινε η μεταξύ τους εμπιστοσύνη κι αγάπη, σε βαθμό που νόμιζε κανείς ότι επρόκειτο για 45 αγαπημένα αδέλφια. Ο καιρός περνούσε ευτυχισμένα, ώσπου μια χειμωνιάτικη νύχτα ήρθε να διαταράξει την ησυχία τους μια καταιγίδα.
Η καταιγίδα είχε ως αποτέλεσμα να ξεχειλίσει κάποιο ποτάμι κοντά στο χωριό και να τους καταστρέψει τις περιουσίες τους. Όταν ξημέρωσε συγκεντρώθηκαν και οι 45 στην πλατεία του χωριού, και πήραν την απόφαση να εκδικηθούν το ποτάμι για το κακό, που τους προξένησε. Καθένας από αυτούς έλεγε και μια γνώμη για τον τρόπο που θα επέβαλαν την τιμωρία. Ήταν η πρώτη φορά που δεν συμφωνούσαν και τα πράγματα δεν πήγαιναν καθόλου καλά. Υπήρχε μάλιστα φόβος να πιαστούν στα χέρια.
Τη στιγμή που το πράγμα είχε φτάσει στο απροχώρητο παρουσιάστηκε ο περιλάλητος και καθώς λένε οι κακές γλώσσες, ο ψευτοπαλικαράς ο κόκορας και έσωσε την κατάσταση. Καθώς προβάλλει με μουσκεμένα φτερά από την πλημμύρα, τους είπε: «Ε, πατριώτες, ντροπή να τσακώνεστε για ασήμαντα πράγματα. Εγώ θα σας πω τον τρόπο, πώς να εκδικηθείτε το ποτάμι. Αρκεί να μου υποσχεθείτε, ότι θα με υπακούσετε». «Ναι, ναι εσένα θέλουμε, θα σε κάνουμε αρχηγό!» είπαν όλοι. «Εμπρός, ελάτε όλοι κοντά μου, πάρτε ρόπαλα στα χέρια, να πάμε να διώξουμε το ποτάμι από τον τόπο μας, να γυρίσει πίσω και να μην ξαναπεράσει απ’ εδώ, να πάει εκεί που περνούν οι παλικαριές του!». Όλοι έμειναν σύμφωνοι.
Όταν έφτασαν στις όχθες του ποταμού, που κυλούσε με ορμή, ο κόκορας τους είπε, πως πρέπει να πηδήσουν μέσα στο νερό με τα ρόπαλα στα χέρια και να αρχίσουν τον… ξυλοδαρμό, ώσπου να καταλάβει το ποτάμι ότι είναι ανεπιθύμητο πλέον στο χωριό! Έτσι οι Γιάννηδες «υπάκουσαν» στον αρχηγό – κόκορα, με αποτέλεσμα να πνιγούν όλοι»
Συνοψίζοντας, οι παροιμίες και οι λαϊκές ρήσεις αποτελούν ανεκτίμητο θησαυρό γνώσης και σοφίας. Είναι ο καθρέφτης του λαϊκού μας πνεύματος, αποτυπώνοντας την κοσμοθεωρία, τις αξίες και την καθημερινότητα των προγόνων μας. Γι’ αυτό είναι σημαντικό να τις μεταλαμπαδεύουμε στις επόμενες γενιές.