Μια αρχαία, οροσειρά ανακαλύφθηκε πάνω από το επίκεντρο του ισχυρότερου ωκεάνιου ρεύματος της Γης. Η ανακάλυψη έγινε σε ένα ταξίδι στον Νότιο Ωκεανό από ερευνητές της αυστραλιανής κυβερνητικής υπηρεσίας, του Οργανισμού Επιστημονικής και Βιομηχανικής Έρευνας της Κοινοπολιτείας (ISIRO).
Τα ευρήματα αναφέρθηκαν λεπτομερώς σε μια μελέτη που δεν έχει ακόμη αξιολογηθεί από άλλους επιστήμονες. Οι ερευνητές στο ερευνητικό σκάφος Investigator αρχικά εργάζονταν για να μελετήσουν το κυκλικό ρεύμα της Ανταρκτικής, δηλαδή το ισχυρότερο ωκεάνιο ρεύμα του κόσμου. Ήθελαν να κατανοήσουν καλύτερα πώς συμβάλλει στην άνοδο της στάθμης της θάλασσας. Συγκεκριμένα, εξέταζαν πώς το ρεύμα διαρρέει θερμότητα προς την ήπειρο.
Όσο εργάζονταν οι επιστήμονες σάρωσαν μια περιοχή του ωκεανού που δεν είχε χαρτογραφηθεί ποτέ στο παρελθόν και εκτείνεται σε 200 ναυτικά μίλια δυτικά του νησιού Macquarie. Κάτω από τα ισχυρά, στροβιλιζόμενα ρεύματα στην περιοχή που βρισκόταν περίπου 3.992 μέτρα κάτω από την επιφάνεια του νερού μεταξύ Τασμανίας και Ανταρκτικής βρέθηκε μία άγνωστη υποθαλάσσια οροσειρά.
Βρέθηκαν 8 υποθαλάσσια ηφαίστεια
Αυτή η «θεαματική αλυσίδα αρχαίων θαλάσσιων βουνών» περιελάμβανε 8 αδρανή υποθαλάσσια ηφαίστεια που είχαν κορυφές ύψους σχεδόν 1.500 μέτρων, δήλωσε ο γεωφυσικός του SIRO Chris Yule σε δελτίο τύπου που περιγράφει λεπτομερώς τα ευρήματα.
«Τέσσερα από αυτά (σ.σ. τα βουνά) είναι νέες ανακαλύψεις και συμπληρώσαμε λεπτομέρειες σε δύο θαλάσσια βουνά και την κορυφογραμμή ενός ρήγματος που ήταν εν μέρει χαρτογραφημένη σε προηγούμενο ταξίδι. Τώρα γνωρίζουμε ότι η κορυφογραμμή, ακριβώς δυτικά της περιοχής έρευνας, πέφτει σε μια κοιλάδα πάνω από ένα ύψωμα 1.600 μέτρων», είπε ο Yule.
Αυτή η περιοχή βρίσκεται κοντά στην τεκτονικά ενεργή κορυφογραμμή Macquarie. Τα βουνά πιθανότατα σχηματίστηκαν πριν από 20 εκατομμύρια χρόνια στο επίκεντρο κάτω από τον μανδύα της Γης. Ανακαλύψεις, όπως αυτή, είναι ζωτικής σημασίας για την κατανόηση της δυναμικής των ωκεανών, σύμφωνα με την επικεφαλής επιστήμονα του ταξιδιού, Helen Phillips, η οποία εργάζεται στο Πανεπιστήμιο της Τασμανίας.
«Το κυκλικό πολικό ρεύμα της Ανταρκτικής «αισθάνεται» τον πυθμένα της θάλασσας και τα βουνά στο πέρασμά του και όπου συναντά εμπόδια όπως κορυφογραμμές ή θαλάσσια βουνά, δημιουργούνται «ταλαντεύσεις» στη ροή του νερού που σχηματίζουν δίνες. Οι κοιλάδες και οι βράχοι μπορούν επίσης να επιταχύνουν βαθιά ρεύματα στον βυθό του ωκεανού», είπε η Phillips.
Και συνέχισε: «Οι δίνες είναι σαν τα μετεωρολογικά συστήματα του ωκεανού. Παίζουν σημαντικό ρόλο στη μεταφορά θερμότητας και άνθρακα από τα ανώτερα στρώματα του ωκεανού στα βαθύτερα στρώματα, ένα κρίσιμο προστατευτικό μέσο κατά της υπερθέρμανσης του πλανήτη. Η γνώση του βάθους και του σχήματος του πυθμένα της θάλασσας είναι ζωτικής σημασίας για εμάς να ποσοτικοποιήσουμε την επιρροή των υποθαλάσσιων βουνών, λόφων και κοιλάδων στο κυκλικό πολικό ρεύμα της Ανταρκτικής και τη διαρροή θερμότητας προς την Ανταρκτική».
Στο ταξίδι χρησιμοποιήθηκε ένας νέος δορυφόρος που αναπτύχθηκε από τη NASA και τη γαλλική διαστημική υπηρεσία, το Εθνικό Κέντρο Διαστημικών Μελετών. Αυτό επέτρεψε στους ερευνητές να σαρώσουν τον πυθμένα της θάλασσας και να πάρουν εικόνες υψηλής ευκρίνειας.
Πώς συνδέεται με την κλιματική αλλαγή
Το κυκλικό πολικό ρεύμα της Ανταρκτικής ρέει δεξιόστροφα, από τα δυτικά προς τα ανατολικά γύρω από την ήπειρο. Δεν είναι μόνο το ισχυρότερο ρεύμα στον κόσμο αλλά είναι και το μόνο που συνδέει όλους τους ωκεανούς του κόσμου. Ως εκ τούτου, είναι ένα ιδιαίτερα σημαντικό ρεύμα προκειμένου οι επιστήμονες να κατανοήσουν τι συμβαίνει στους ωκεανούς του κόσμου λόγω της κλιματικής αλλαγής.
«Ο ωκεανός έχει απορροφήσει περισσότερο από το 90% της θερμότητας λόγω της υπερθέρμανσης του πλανήτη και περίπου το 25% των ανθρώπινων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα CO2, παρέχοντας μια τεράστια υπηρεσία ως απορροφητήρας των κλιματικών κραδασμών», ανέφερε ο επιστήμονας, Benoit Legresy, που συμμετείχε στην αποστολή.
«Το να ξέρουμε πώς να αντιμετωπίσουμε την κλιματική αλλαγή που προκαλείται από τον άνθρωπο φέρνει μία επείγουσα ανάγκη για τον εντοπισμό της ζέστης και των δρόμων στο παγκόσμιο κλιματικό σύστημα. Εργαζόμαστε σε μια πύλη όπου η θερμότητα διοχετεύεται προς την Ανταρκτική, συμβάλλοντας στο λιώσιμο των πάγων και στην αύξηση της στάθμης της θάλασσας. Πρέπει να κατανοήσουμε πώς δουλεύει αυτή η πύλη, πόση θερμότητα περνάει και πώς αυτό μπορεί να αλλάξει στο μέλλον», τόνισε ο Benoit Legresy.